-
1 καταθύμιος
κατα-θύμιος, (a) im Sinne, am Herzen liegend; μηδέ τί τοι ϑάνατος καταϑύμιος ἔστω, d. i. denke nicht an den Tod; (b) nach dem Sinne, erwünscht -
2 καταθυμιος
31) близкий сердцуτό μοι καταθύμιόν ἐστι Hom. — то, что у меня на душе;
μηδέ τί τοι θάνατος κ. ἔστω Hom. — оставь мысль о смерти2) милый сердцу, дорогой, любимый(τινι Diog.L., Anth.)
ἐούσης ταύτης οἱ καταθυμίης Her. — хотя она была ему мила -
3 καταθύμιος
A in the mind or thoughts,ὄφρα ἔπος εἴπωμι τό μοι καταθύμιόν ἐστιν Od.22.392
; μηδέ τί τοι θάνατος κ. ἔστω let not death sit heavy on thy heart, Il.10.383, cf. 17.201.II according to one's mind,τῷ Ἰθωμάτᾳ κ. ἔπλετο Μοῖσα Eumel.
l.c.;οὔτι μάλ' ἀνθρώποις κ. πάντα τελεῖται Thgn.617
, cf. 1086;Μαρδονίῳ τὰ σφάγια οὐ δύναται κ. γενέσθαι Hdt.9.45
; ἐούσης ταύτης [ γυναικός]οἱ καταθυμίης Id.5.39
; τί γὰρ ἥδιον ἀνθρώπῳ γυναικὸς καταθυμίας; Antipho Soph.49, cf. Muson.Fr.14p.74H.; παῖς κ. Democr.277;ὄρνις Lyr.Alex.Adesp.4
B16;ποιοῦντες τὰ κ. αὐτῶν LXXIs.44.9
, cf. Mi.7.3, D.C.37.56.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταθύμιος
-
4 κατα-θύμιος
κατα-θύμιος, bei Her. auch 3 Endgn, wie γυνὴ καταϑυμία Anitipho bei Stob. Floril. 68, 37; a) im Sinne, am Herzen liegend; μηδέ τί τοι ϑάνατος καταϑύμιος ἔστω, d. i. denke nicht an den Tod, Il. 10, 383, vgl. 17, 201. – b) nach dem Sinne, erwünscht; ὄφρα ἔπος εἴπωμι τό μοι καταϑύμιόν ἐστιν Od. 22, 392; so bei den Folgdn; Theogn. 617. 1082; ἐούσης τῆς γυναικός οἱ καταϑυμίης Her 5, 39; öfter bei Sp., wie Muson. in Stob. Floril. 67, 20; εἰ καταϑύμιον μὲν αὐτοῖς Antiphil. 18 (IX, 263); D. L. 2, 5. – Adv., Sp.
См. также в других словарях:
καταθύμιος — α, ο (AM καταθύμιος, ία, ιον) αυτός που είναι σύμφωνος με την επιθυμία κάποιου, επιθυμητός, ευχάριστος μσν. το ουδ. ως ουσ. τὸ καταθύμιον η επιθυμία αρχ. 1. αυτός που βρίσκεται στον νου, στους στοχασμούς κάποιου 2. αυτός που μπαίνει στην καρδιά… … Dictionary of Greek